Architectural Sculptures of the Twelfth and the Early Thirteenth Centuries in Greece (pl. 21-32)
Part of : Δελτίον της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας ; Vol.27, 1979, pages 63-75
Issue:
Pages:
63-75
Parallel Title:
Αρχιτεκτονικά γλυπτά του δωδεκάτου και του πρώιμου δεκάτου τρίτου αιώνα στην Ελλάδα (πίν. 21-32)
Section Title:
Articles
Author:
Abstract:
Ό αρχιτεκτονικός διάκοσμος των ελλαδικών μνημείων πιστοποιεί κάποιαν άνθηση τής γλυπτικής στον 12ο και στις αρχές τοΰ Που αΙώνα. Ή άνθηση αυτή επισημαίνεται γύρω άπό τα σημαντικά κέντρα των 'Αθηνών, τής Κορίνθου και των ©ηβών ωστόσο σημαντικά ευρήματα εντοπίζονται και πολύ μακρύτερα, στον Μυστρά και τήν Άρτα, ή ακόμα σέ μερικά άπό τα νησιά, όπως στην "Ανδρο και τήν Εύβοια. Ή περιοχή τής Μάνης διατηρεί ένα εντυπωσιακό πλήθος άπό αρχιτεκτονικά γλυπτά, επαρχιακού συνήθως χαρακτήρα. Στο άρθρο αυτό εξετάζονται τέσσαρες ομάδες άπό γείσα και έπιστύλια τέμπλου, ή μελέτη των οποίων βασίζεται σέ Ισάριθμα έργα πού μπορούν να χρονολογηθούν μέ σχετικήν ακρίβεια. Στά έργα αυτά μπορεί κανείς να παρακολουθήσει τήν εξέλιξη τοΰ χαρακτηριστικού για τα μνημεία τοΰ 12ου αίώνα διπλεπίπεδου ανάγλυφου καθώς και τών έπί μέρους στοιχείων πού το συνθέτουν. Τον πυρήνα τής πρώτης ομάδας αποτελεί ένα έπιστύλιο τέμπλου το όποιο επαναχρησιμοποιείται στο κωδωνοστάσιο τοΰ μεταβυζαντινού ναοΰ τοΰ Ταξιάρχη στό Δρύαλο τής Μάνης. Το έπιστύλιο φέρει μιαν επιγραφή πού το χρονολογεί στά 1103 (Πίν. 21,είκ. 1). Στή διακόσμηση του διακρίνονται θέματα και τεχνικές γνωστά άπό παλιότερα γλυπτά τής Μάνης, όπως είναι οί έπιπεδόγλυφες άνθεμωτές έλικες, οί σηρικοί τροχοί και τα «κομβία»• διακρίνονται όμως και έξεργα φύλλα άκανθας πού προβάλλουν άπό τήν υπόλοιπη επιφάνεια τοΰ ανάγλυφου, όπως και τα «κομβία», δημιουργώντας ένα υποτυπώδες διπλεπίπεδο. Τα φύλλα αυτά πού γίνονται ένα άπό τα χαρακτηριστικά δείγματα τών γλυπτών τοΰ 12ου αίώνα άποτελοΰν τα παλιότερα χρονολογημένα παραδείγματα. Στή δεύτερη ομάδα γλυπτών περιλαμβάνεται ένα αδημοσίευτο τμήμα έπιστυλίου άπό το χρονολογημένο στά 1158 ναό τοΰ Ταξιάρχη Μεσαριάς στην "Ανδρο (Πίν. 21-23, είκ. 2 - 5). Στην ϊδια ενότητα ανήκουν δυό πλάκες άπό σαρκοφάγους από τήν 'Αγορά τών 'Αθηνών (Πίν. 24, είκ. 8) και από την "Αρτα (Πίν. 24, εϊκ. 9). Στα έργα αυτά κυριαρχεί ένα χαρακτηριστικό για τον 12ο αίώνα φυτικό κόσμημα άπό τριταινιωτούς βλαστούς με άνθεμωτές απολήξεις σε χαμηλό ανάγλυφο, ένά> τα εξεργα στοιχεία είναι πολύ περιορισμένα. Το κόσμημα αυτό διαφοροποιείται ουσιαστικά άπό τις άνθεμωτές άλικες τού 10ου και 11ου αιώνα χάρη στην κλασσικότροπη απόδοση τών άνθεμίων, πού μέ τήν εξαιρετική ακρίβεια στή χάραξη και τήν κρυσταλλική ύφή τους αποκτούν και πάλι κάτι από το χαρακτήρα τοΟ φύλλου της άκανθας. Ή διακοσμητική αξία τοΰ θέματος βασίζεται στο γραμμικό του χαρακτήρα και στην εξαιρετική του εκλέπτυνση πού θυμίζουν τα γραπτά κοσμήματα στην τέχνη της ίδιας περιόδου. Στην τρίτη ομάδα περιλαμβάνεται τό ενεπίγραφο τμήμα ενός γείσου θυρώματος άπό το ναό τοϋ 'Αγίου 'Ιωάννη τοΰ Κυνηγού στον 'Υμηττό, τό όποιο χρονολογείται στα 1205 (Πίν. 25, είκ. 10). Στην ίδια ομάδα εντάσσονται επίσης μερικά θραύσματα έπιστυλίου άπό τό περίτεχνο τέμπλο της Μονής Σαγματδ (Πίν. 25, είκ. 11-13). Έδώ, τό βάθος διαμορφώνεται σέ ενιαία επιφάνεια σκεπασμένη μέ φυτικά θέματα σέ χαμηλό ανάγλυφο, ανάλογο μέ εκείνο τής ομάδας τού Ταξιάρχη Μεσαριάς. Τα Εξεργα στοιχεία όμως πυκνώνουν, ένώ αυξάνεται ή πλαστικότητα και ή σημασία τους. Τήν ίδια στιγμή εντυπωσιάζει ή φυσικότητα στή στάση τών πουλιών και τών ζώων, καθώς και κάποια έμφαση στή διακοσμητική ανάδειξη τής μορφής τους. Τό πιο σημαντικό έργο στην τέταρτη ομάδα είναι τό έπιστύλιο τέμπλου στο ναό τής Μεσσηνιακής Σαμαρίνας (Πίν. 26-28, είκ. 14-21). Τό μνημείο χρονολογείται προσεγγιστικά γύρω στα 1200, μέ βάση τα υπολείμματα τών τοιχογραφιών του. Στην ίδια ομάδα εντάσσονται τα τμήματα άπό ένα δεύτερο όμοιο τέμπλο, πού επισημαίνονται σέ δυο εκκλησίες και στο Μουσείο τοο Μυστρα (Πίν. 29-30, είκ. 22-25), ένα γείσο θυρώματος άπό τό καθολικό τού 'Οσίου Μελετίου (Πίν. 31, είκ. 26) και ενα έπιστύλιο τέμπλου στή συλλογή γλυπτών τοΟ Όσίου Λουκά Φωκίδος (Πίν. 31, είκ. 27). Στά γλυπτά αυτά ή εξέλιξη τοΰ διπλεπίπεδου ανάγλυφου οδηγεί σέ σχεδόν όλόγλυφες μορφές, ένώ ή διακοσμητική ανάδειξη τών επιφανειών τους εγγίζει τα όρια τής εκζήτησης. Τά ζώδια, τά άνακαμπτόμενα φύλλα άκανθας και τά «κομβία» προβάλλουν και πάλι σέ βάθος καλυμμένο μέ διακοσμητικά θέματα σέ χαμηλό ανάγλυφο. Μάλιστα στο έπιστύλιο τής Σαμαρίνας τό διπλεπίπεδο ανάγλυφο πλουτίζεται μέ τή διάτρητη και τήν ένθετη τεχνική τής χρωματιστής κηρομαστίχης σέ ένα περίτεχνο και εκλεπτυσμένο σύνολο. Άπό τήν ανάλυση πού προηγήθηκε γίνεται φανερό δτι στις δυο πρώτες ομάδες διατηρούνται θέματα και τεχνικές πού χρησιμοποιούνται στον 11ο αίώνα, ένώ ή χρήση τού έξεργου ανάγλυφου εϊναι πολύ συγκρατημένη. Στην τρίτη ομάδα όμως ή πύκνωση τών έξεργων στοιχείων οδηγεί στή διά- σπαση τής διακοσμημένης επιφάνειας και στην εγκατάλειψη τών παραδοσιακών θεμάτων τών τοξυλίων και τών σηρικών τροχών, ένώ το έκδηλο ενδιαφέρον για την πλαστικότητα έπί μέρους στοιχείων αυξάνει για να φθάσει σέ σημείο αιχμής στην τέταρτη ομάδα, δπου συνδυάζεται με τή διάτρητη και τήν ένθετη τεχνική. Τήν ίδια στιγμή παρατηρείται κάποια εξέλιξη και στα φυτικά θέματα πού καλύπτουν σέ χαμηλό ανάγλυφο το βάθος τών διακοσμημένων επιφανειών. "Ετσι ή ψυχρή κρυσταλλική ύφή πού παρατηρείται στα φυτικά θέματα τοϋ Ταξιάρχη τής Μεσαριάς υποχωρεί σταδιακά για να δώσει τή θέση της σέ μια πιο σαρκώδη αντίληψη τοΟ φύλλου τής άκανθας στην ενότητα τοΟ Κυνηγού και τοΰ Σαγματα. Τά έργα πού εξετάστηκαν ώς έδώ προδίδουν τή σταθερή βελτίωση τής τεχνικής τών ελλαδικών μαρμαράδων πού διαμορφώνουν μια τοπική σχολή στό δεύτερο μισό τοΰ 12ου και στις αρχές τοϋ Που αιώνα. Ή διαφοροποίηση τους άπο ο,τι σώθηκε άπό τήν Κωνσταντινοπολίτικη γλυπτική τής ίδιας περιόδου δέν είναι ίσως άσχετη μέ τήν εξασθένηση τής κεντρικής εξουσίας και μέ τήν παράλληλη ανάπτυξη μιας τοπικής αριστοκρατίας. Τήν ίδια στιγμή ό εντοπισμός ενός σημαντικού αριθμού άπό τά γλυπτά πού εξετάζονται σέ μοναστικά συγκροτήματα αποτελεί κάποιαν ένδειξη για τήν άνθηση του μοναχισμού στην εποχή αυτή.
Subject:
Subject (LC):